ΓΕΝΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ
Σύντομη περιγραφή:
Ο Κρητικός Λαγωνικός είναι μια πρωτόγονη κυνηγετική φυλή
που χρησιμοποιείται για μικρά και μεσαία θηράματα. Κατά καιρούς έχει
χρησιμοποιηθεί και για άλλες χρήσεις για την εξυπηρέτηση του ανθρώπου και λόγω
της αυξημένης ευφυΐας του ανταποκρίνεται αρκετά καλά. Η χρήση του αφορά
κυρίως στο κυνήγι του λαγού, ερευνώντας σχετικά κοντά στο κυνηγό,
χρησιμοποιώντας όλες του τις αισθήσεις για την ανεύρεση και καταδίωξη του. Είναι
σκυλιά συνεργάσιμα και δουλεύουν πολύ καλά τόσο μόνα τους όσο και ομαδικά.
Ταχύτητα και απόσταση Έρευνας:
Η απόσταση κατά την έρευνα μεταξύ σκύλου και κυνηγού είναι μικρή προς μεσαία
ανάλογα με τον τόπο και τις συνθήκες. Κατά την διάρκεια του κυνηγίου με Κρητικό
Λαγωνικό υπάρχει μία σχέση αλληλεπίδρασης και αλληλοκαθοδήγησης μεταξύ
κυνηγού και σκύλου μέχρι την ανεύρεση του θηράματος.
Η ταχύτητα της έρευνας μεταβάλλεται ανάλογα με την ύπαρξη ή όχι ιχνών του
θηράματος, την ένταση τους, την μορφολογία του εδάφους και τις καιρικές
συνθήκες. Η ταχύτητα του μειώνεται αισθητά και γίνεται πιο σχολαστικός κατά την
ανεύρεση του ‘’ζεστού’’ ίχνους. Αυτό το χαρακτηριστικό αποδεικνύεται ιδιαίτερα
χρήσιμο, στο ζεστό και ξηρό περιβάλλον της Κρήτης, όπου τα ίχνη των θηραμάτων
δεν είναι έντονα και εύκολα ανιχνεύσιμα και ο λαγός παρουσιάζει συχνά
χαρακτηριστική συμπεριφορά ‘’άρνησης’’ να εγκαταλείψει την κρυψώνα του.
Μέθοδος :
Ο Κρητικός Λαγωνικός ξεχωρίζει γρήγορα το ‘’είδος’’ και την ‘’ένταση’’ της
μυρωδιάς, καθώς και το πόσο γρήγορα αυτή θα τον οδηγήσει στο θήραμα. Με τις
κινήσεις του σώματος και της ουράς δείχνει το είδος της οσμής (βοσκή, μονό ζάλο,
τελευταία) καθώς και το είδος του θηράματος (λαγός, πτερωτό, κλπ). Ενδέχεται
κατά την ανεύρεση των πρώτων ιχνών να δείξει αυξημένο ενθουσιασμό τον οποίο
στην συνέχεια μεταβάλει κατά περίσταση. Καθ’ όλη την διάρκεια της έρευνας
παραμένει σιωπηλός .
Εάν συνειδητοποιήσει ότι η οσμή θα τον οδηγήσει γρήγορα στο θήραμα γίνεται
περισσότερο ενθουσιώδης , επίμονος, και εντυπωσιακός στο ψάξιμο. Σε αντίθετη
περίπτωση, δείχνει την ύπαρξη της οσμής χωρίς να αδιαφορεί αλλά με λιγότερο
ενθουσιασμό, περνώντας σχετικά γρήγορα από αυτό το στάδιο προς το ίχνος που
θα οδηγήσει γρηγορότερα στο θήραμα. Σε αυτή την φάση υπάρχουν δύο πιθανές
συμπεριφορές. Η πρώτη είναι να επιμείνει στο ίχνος λειτουργώντας ιχνηλατικά
μέχρις ότου ξεκαθαρίσει το ίχνος που οδηγεί στην κρυψώνα. Η δεύτερη είναι να
εγκαταλείψει τα ίχνη από το έδαφος και να κάνει ανοίγματα περιμετρικά της
αρχικής οσμής ώστε να καλύψει έδαφος και να ελέγξει γρήγορα τα πιθανά σημεία
που θα τον οδηγήσουν στο θήραμα.
Όσο μειώνεται η απόσταση μεταξύ σκύλου και θηράματος, ο σκύλος γίνεται πιο
εκφραστικός, με περισσότερη ένταση στην κίνηση του, αλλά και συνεχή προσοχή
για τον εντοπισμό του. Στο θήραμα μπορεί να φτάσει με ένα μικτό τρόπο εργασίας
που έχει ως βάση την παρακολούθηση των ιχνών από το έδαφος, με σκοπό την
ανεύρεση του πιο ‘’ζεστού’’ ίχνους. Επίσης ακολουθεί τις αναθυμιάσεις από τον
αέρα και ελέγχει τα πιθανά σημεία ακόμα και όταν η ποιότητα των οσμών δεν είναι
καλή ή δεν υπάρχει καθόλου ίχνος στο έδαφος. Λόγω του πληθυσμού, της
συμπεριφοράς των θηραμάτων, της γεωγραφικής κατανομής των κυνηγότοπων και
του τρόπου κυνηγίου στην Κρήτη έχει σφυρηλατηθεί και επικρατήσει μία μέθοδος
έρευνας και πλησιάσματος που εστιάζει στα τελευταία ίχνη του θηράματος και όχι
στο ξετύλιγμα όλης της διαδρομής(όπως οι κλασσικοί ιχνηλάτες) όπου σε πολλές
περιπτώσεις δεν υπάρχει σαφής διάκριση μεταξύ βοσκής, μονού ντορού και
καθίσματος.
Όταν αντιληφθεί το θήραμα πραγματοποιεί ένα πρωτόγονο σταμάτημα, τύπου
φέρμας, ακίνητος ή κάνει κύκλους γύρω από αυτό, είτε το ξεφωλιάζει αμέσως
ορμώντας κατά πάνω του.
Για να βρει το θήραμα ο ΚΛ δεν θα διστάσει να μπει σε πιο πυκνά μέρη, αλλά
αποδίδει εξαιρετικά σε σπανά, σε βραχώδη και στον κάμπο.
Σε περίπτωση μη ευνοϊκών συνθηκών ο ΚΛ μπορεί να βρει το θήραμα πέφτοντας
πάνω στην οσμή του σώματος του κρυμμένου ζώου και η έρευνα που έχει
προηγηθεί να μην έχει καθόλου στοιχεία ιχνηλασίας. Η συμπεριφορά του είναι η
ίδια είτε η συνάντηση είναι απότομη είτε έχει προηγηθεί έρευνα. Κατά την
αξιολόγηση θα πρέπει να δίνεται ιδιαίτερη σημασία στις παραπάνω παραμέτρους,
καθώς και βάρος στην ορθότητα-ποιότητα της έρευνας ή την τύχη κατά το
‘’ξαφνικό’’ ξεφώλιασμα.
Σε περίπτωση που το θήραμα έχει μετακινηθεί από την αρχική του κρυψώνα, ο
σκύλος θα πρέπει να το δείξει βρίσκοντας την αρχική θέση , αντιδρώντας έντονα,
ανασηκώνοντας το κεφάλι για να εντοπίσει το θήραμα οπτικά, ακουστικά, ή
βρίσκοντας τα ίχνη διαφυγής. Αν το θήραμα βρίσκεται σε κοντινή απόσταση θα το
εντοπίσει και θα το καταδιώξει. Αν το θήραμα έχει απομακρυνθεί αρκετά ενδέχεται
να ακολουθήσει τα ίχνη διαφυγής σχετικά γρήγορα και για μικρή απόσταση
επιστρέφοντας γρήγορα για νέα αναζήτηση. Και σε αυτή την φάση ο σκύλος δεν
δίνει καθόλου φωνή ή ίσως δώσει πολύ λίγες φωνές μόνο στην περίπτωση που
αντιληφθεί ότι το θήραμα βρίσκεται πολύ κοντά.
Μετά το ξεφώλιασμα του θηράματος καταδιώκει κυρίως οπτικά, με μεγάλη
ευκινησία. Είναι η μόνη φάση κατά το κυνήγι όπου χρησιμοποιεί περισσότερο την
όραση σε σχέση με την όσφρηση. Κατά την οπτική καταδίωξη δίνει φωνή λεπτή,
κοφτή, μάλλον χαμηλής έντασης. Αν η απόσταση του από το θήραμα είναι μικρή
μπορεί να δώσει κάποιες φωνές ακόμη και όταν χάσει την οπτική επαφή, ενώ σε
κάποιες περιπτώσεις μπορεί να μην δώσει καθόλου φωνή .
Αν το θήραμα χαθεί από το οπτικό του πεδίο και δεν μπορεί να το εντοπίσει ξανά
οπτικά, κάνει μια μικρής διάρκειας καταδίωξη χωρίς φωνές και επιστρέφει, ή
επιστρέφει αμέσως.
Στυλ:
Κατά την αναζήτηση των ιχνών ο σκύλος κρατάει σε μέσο ύψος το κεφάλι του
τείνοντας να χαμηλώνει σε τακτά διαστήματα το ρύγχος κοντά στο έδαφος. Τα
αυτιά του συνήθως είναι στραμμένα εμπρός ή γυρίζουν πίσω διπλώνοντας τα προς
το λαιμό όταν μπαίνει σε πυκνότερη βλάστηση. Η ουρά του κρατιέται πάντα ψηλά
σε ημικύκλιο ή κύκλο και ποτέ δεν χαμηλώνει κατά την διάρκεια της έρευνας.
Ανάλογα με την φάση του κυνηγιού και την ‘’ποιότητα’’ της αναθυμίασης του ίχνους
την κινεί από ελαφριά έως δυνατά ξετυλίγοντας την πλήρως κουνώντας την έως και
στην ίδια ευθεία με την γραμμή της ράχης( όχι χαμηλότερα ), για να δείξει ακριβώς
την ένταση της οσμής και την απόσταση του από το θήραμα. Παρόμοια σημάδια
δείχνει με το σώμα και το κεφάλι το οποίο ανασηκώνει για να ελέγξει την θέση και
την φάση των υπολοίπων ζώων της αγέλης καθώς και του κυνηγού. Όλη η κίνηση
χαρακτηρίζεται από χάρη, επιδεξιότητα, και σταθερότητα με αποκορύφωση τον
εντοπισμό και την δίωξη του θηράματος όπου οι αντιδράσεις του ζώου είναι
αστραπιαίες.
Ειδικά κριτήρια αξιολόγησης:
Η στάση τύπου φέρμας κατά τον εντοπισμό του θηράματος δεν εκτελείται απόλυτα
από όλα τα δείγματα της φυλής. Επίσης κάποια ζώα μπορεί να δώσουν φωνή κατά
τον εντοπισμό του θηράματος λίγο πριν το ξεφώλιασμα.
Η φωνή κατά την οπτική καταδίωξη επίσης λείπει από κάποια δείγματα.
Η επαναφορά του θηράματος εκτελείται απόλυτα από κάποια ζώα τις περισσότερες
φορές ενστικτωδώς, ενώ σε κάποιες περιπτώσεις τα σκυλιά περιφέρουν το θήραμα
ή απλά το τινάζουν για να εκτονώσουν την ένταση.
Ορισμένα ζώα εκτελούν κάποια από τα παραπάνω άριστα. Κάθε μια από τις
παραπάνω συμπεριφορές είναι σωστή, δεν είναι καθοριστική για την αξιολόγηση
αλλά αποτελεί σημείο ιδιαίτερης αξίας.
Το ποσοστό με το οποίο ο ΚΛ ακολουθεί τα ίχνη από το έδαφος ή τον αέρα, η
διάρκεια καθώς και ο τρόπος δίωξης επηρεάζονται αισθητά από τις εδαφικές και
καιρικές συνθήκες.
Οι ίδιες συμπεριφορές είναι αποδεκτό να εκδηλωθούν και σε εδαφόβια πτερωτά
θηράματα , πέρδικα, ορτύκι και μπεκάτσα. Δεν είναι αποδεκτό να εκδηλώνονται σε
μικροπούλια ή κοτσύφια, τσίχλες κλπ.